Πέμπτη 2 Μαρτίου 2017

Σκόρπιες σκέψεις με αφορμή το δυστύχημα με την Porsche στην Ε.Ο. Αθηνών – Λαμίας.




Με αφορμή λοιπόν αυτό το τόσο απίστευτο όσο και τραγικό περιστατικό στην Ε.Ο. Αθηνών – Λαμίας όπου 3 νέοι άνθρωποι και ένα παιδάκι έχασαν τη ζωή τους, μου περνούν κάποιες σκέψεις από το μυαλό τις τελευταίες ημέρες.
Δεν θα μιλήσω και εγώ για το αν φταίει το «πλουσιόπαιδο» με το «πολυτελές σπορ αμάξι» ίσως ποτέ δεν θα μάθουμε τι πραγματικά έγινε εκείνη τη μοιραία στιγμή, πως χάθηκε ο έλεγχος και πως κατέληξε μια βόλτα σε τραγωδία.
Εκείνο που θέλω να πω με αφορμή και αυτό το γεγονός, πως έχουμε γίνει καταναλωτές ανθρώπινου πόνου. Ηδονιζόμαστε να βλέπουμε τον πόνο του άλλου και –αντίθετα με ότι ισχυριζόμαστε- δεν μας αγγίζει τίποτα πια. Δεν μπορώ να βρω άλλη εξήγηση για αυτή την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η κοινωνία μας, παρά μόνο πως από άνθρωποι μετατρεπόμαστε σιγά – σιγά σε αδηφάγες μηχανές κατανάλωσης ανθρώπινου πόνου. Και έχει γίνει τόσο πολύ βίωμά μας αυτό, που όσο περισσότερο μας δείχνουν, τόσο περισσότερο ζητάμε. Λες και αυτό έχει γίνει πια η τροφή μας και η κινητήρια δύναμή μας.
Και μόλις χορτάσουμε, μόλις μπουχτίσουμε, μόλις κορεστεί η ανάγκη μας για κατανάλωση ανθρώπινου πόνου, θα αφήσουμε τα τηλεκοντρόλ και κατά την προσφιλή μας συνήθεια θα πιάσουμε τα πληκτρολόγια. Θα αναλωθούμε σε αναλύσεις επί αναλύσεων, σε παράθεση απόψεων, σε προσωπικές εμπειρίες, θα τσακωθούμε, ακόμα και θα βρίσουμε προκειμένου όχι μόνο να ακουστούμε, αλλά να πείσουμε για την μόνη σωστή άποψη, για την μόνη αλήθεια την οποία κατέχουμε, γιατί πέραν όλων των άλλων είμαστε και παντογνώστες, είτε αφορά σωματιδιακή φυσική, είτε αφορά διαστημικά ταξίδια, ο έλληνας μπορεί να σου παραθέσει την ορθή, εμπεριστατωμένη άποψή του για τα πάντα. Και αλίμονό σου αν δεν τον ακούσεις, αν δεν συμφωνήσεις. Γιατί στην χώρα που εφευρέθηκε η διαλεκτική, κανένας δεν θέλει να κάνει διάλογο, παρά μόνο παράθεση της άποψής του που πρέπει να γίνει από όλους αποδεκτή καθώς είναι απόλυτα σωστή.
Και βέβαια ψάχνουμε πάντα για τον ένοχο συνήθως σε όλους και σε όλα εκτός βέβαια από τον ίδιο μας τον εαυτό. Ότι και αν έχει γίνει κατασκευάζουμε με ευκολία ενόχους λες και εμείς στην θέση τους δεν θα κάναμε τα ίδια. Λες και όλοι αν βρισκόμασταν στην θέση του δύστυχου νεαρού δεν θα θέλαμε κάποια στιγμή να πάμε με «το γκάζι στο πάτωμα» ένα τέτοιο αυτοκίνητο. Λες και τα δικά μας οχήματα τα οδηγούμε τηρώντας τον Κ.Ο.Κ. με θρησκευτική ευλάβεια. Λες και όταν αναβοσβήνει το πορτοκαλί στο φανάρι, δεν το πατάμε λίγο ακόμα για να προλάβουμε να περάσουμε. Λες και στο δρόμο παραχωρούμε με χαρά την προτεραιότητα ακόμα και αν δεν είμαστε υποχρεωμένοι, ακόμα και αν έχουμε εμείς την προτεραιότητα.
Αλλά δυστυχώς έχει περάσει πια στη νοοτροπία μας το να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα και πόσο μάλλον αν ο γείτονας είναι με οποιονδήποτε τρόπο (ή αν εμείς το θεωρούμε ότι είναι) πάνω από εμάς, είτε αυτό το «πάνω» έχει να κάνει με την οικονομική κατάσταση, είτε με την κοινωνική θέση, είτε με την εργασία είτε με οτιδήποτε άλλο, τότε απολαμβάνουμε μια ξεχωριστή ηδονή στο να τον βλέπουμε να δυστυχεί, γιατί η μικροψυχία του ανθρώπου είναι ακριβώς αυτό, αν δεν μπορώ να φτάσω εγώ κάτι, τότε να μην το φτάνει και κανένας άλλος και αν κάποιος έχει τύχει και το έχει ήδη αποκτήσει, να το χάσει και αυτός. Ο άκρατος ανταγωνισμός εκεί μας έχει οδηγήσει και όσο υπάρχουν και τέτοιες κοινωνικές ανισότητες, τόσο δεν θα περιμένω να δω να λυπάται κανένας κανέναν.
Το ζήτημα είναι αν αυτά τα γεγονότα γίνονται αφορμές για να αλλάξουμε τρόπο σκέψης και να γίνουμε λίγο καλύτεροι άνθρωποι. Κατά την ταπεινή μου άποψη ούτε αυτό ισχύει. Γιατί πρώτα απ’ όλα δεν θεωρούμε (ο καθένας για τον εαυτό του) ότι μπορούμε να βελτιώσουμε κάτι σε εμάς και αν δεν έχουμε διάθεση να βελτιώσουμε πρώτα εμάς δεν πρόκειται κατ’ επέκταση να βελτιωθεί και τίποτα άλλο. Και γιατί μας έχει περάσει στο υποσυνείδητο πως εμείς στη θέσης τους «θα το κάναμε καλύτερα». Είναι όπως όταν βρίσκεις μια λέξη στον «τροχό της τύχης» από το σπίτι σου και λες πως είναι δυνατόν αυτοί να μην την βρίσκουν, έτσι χωρίς να εξετάζεις τίποτα άλλο θεωρείς απλά πως εσύ στη θέση τους θα τα έκανες όλα καλύτερα.
Επίσης δεν θα αλλάξει τίποτα γιατί δεν ψάχνουμε ποτέ τις βαθύτερες αιτίες για τις οποίες συμβαίνουν κάποια πράγματα, αποδιοπομπαίοι τράγοι υπάρχουν πάντα διαθέσιμοι. Είναι πολύ πιο εύκολο να ρίξεις την ευθύνη κάπου, από το να ψάξεις να βρεις τη ρίζα του προβλήματος. Άσε που το αίτιο μπορεί πέρα από ευθύνες να καταδείξει και ανάγκη για αλλαγές και ποιος θέλει να κάνει τέτοια τώρα? Από την μία το κράτος θα αναγκαστεί να εφαρμόζονται οι νόμοι και από την άλλη οι πολίτες θα αναγκαστούν να τους εφαρμόζουν. Γιατί τώρα η εφαρμογή των νόμων έχει αφεθεί στο φιλότιμο των πολιτών. Δεν υπάρχει ο παραμικρός στοιχειώδης ουσιαστικός έλεγχος για τίποτα. Έναν αντικαπνιστικό έχουν περάσει και ακόμα δεν μπορείς να βρεις ένα εστιατόριο να φας χωρίς να καπνίζει ο άλλος στο διπλανό τραπέζι, να μην μιλήσω για καφετέρια ή για μπαράκι. Δυστυχώς το κράτος δεν μας έχει «εκπαιδεύσει» στο να υπακούμε τους νόμους.
Δεν θα κλείσω αυτό το κείμενο με ευχές του τύπου «ας είναι αυτό το τελευταίο…» και άλλα τέτοια, το ξέρουμε πως δεν θα είναι το τελευταίο, αφού απλά μπαίνουμε σε αναμονή για το επόμενο δυστύχημα που «θα συγκλονίσει το πανελλήνιο…» κατά την προσφιλή γλώσσα των καναλιών.
«Ο κόσμος δεν αλλάζει με κουβέντες, δεν άλλαξε ποτέ με προσευχές» μου έρχονται τα λόγια από το τραγούδι «Ανθρωπάκι» των αδελφών Κατσιμίχα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: